Την ευτυχία να είμαστε ένα από τα λίγα σχολεία που υποδέχεται τους ηθοποιούς του Εθνικού Θεάτρου είχαμε φέτος και ευχαριστούμε την τύχη μας -αλλά και τους ανθρώπους του Εθνικού- γι' αυτή την ευκαιρία. Με αυτή την παράσταση το Εθνικό εγκαινιάζει μια καινούργια δράση, όπου το θέατρο πηγαίνει στους θεατές και όχι το αντίθετο που συμβαίνει συνήθως. Φυσικά τα σχολεία είναι ιδανικός χώρος για μια τέτοια κίνηση.
Η παράσταση
Το έργο "Οι διψασμένοι" του Καναδολιβανέζου Ουαζντί Μουαουάντ έβαλε πολλά θέματα για συζήτηση, θέματα που μας απασχολούν καθημερινά, όπως η δυσκολία των νέων να κατανοήσουν το κόσμο των ενηλίκων, η αντίδρασή τους που πολλές φορές εκφράζεται με βία, η απογοήτευση και ο μηδενισμός και απ' την άλλη πλευρά, η ανεπιτυχής, πολλές φορές, προσπάθεια των μεγάλων να προσεγγίσουν και να σταθούν πλάι στα παιδιά τους. Η ερμηνεία των τριών ηθοποιών, του Μανώλη Μαυροματάκη, του Προμηθέα Αλειφερόπουλου και της Στεφανίας Γουλιώτη, μας καθήλωσε. Χρωστάμε πολλά ευχαριστώ!
Απόψεις των εκπαιδευομένων μας
Οι εκπαιδευόμενοί μας καταθέτουν εδώ τις εντυπώσεις τους από την παράσταση.
Κώστας:
Ο χαρακτήρας που κέρδισε την προσοχή μου ήταν ο νεαρός που αντιπροσώπευε ένα κομμάτι της νεολαίας που είχε βαρεθεί την καθημερινότητα, περνούσε ο καιρός και δεν μπορούσε να βρει τίποτα ουσιώδες. Το μόνο που έβλεπε ήταν κάποιοι άνθρωποι να ασχολούνται με αηδίες σκοτώνοντας την καθημερινότητα τους χωρίς να νοιάζονται για τα προβλήματα των νέων που συχνά ξεχνούσαν ακόμα και την ύπαρξή τους. Καθόντουσαν ώρες ατελείωτες μπροστά από ένα χαζοκούτι χωρίς σκοπό, μολύνονται από την διαφθορά και μένουν άπραγοι. Δεν υπήρχε πια αθωότητα ούτε όνειρα με τα οποία μεγάλωσαν. Με το πέρασμα των χρόνων όλα αυτά τα οποία πίστευαν χάθηκαν και έτσι η ψυχή τους άρχισε να μαυρίζει. Αυτός ίσως είναι ένας παράγοντας που προκαλεί την οργή των νέων, αφού αλλά ονειρευόντουσαν και άλλα είδαν να γίνονται στην πραγματικότητα…
Tι άλλαξε; Tι μας επηρέασε; H απάντηση κρύβεται μέσα μας.
Γιώτα, Μαίρη:
Παρακολουθήσαμε μια συγκλονιστική αφήγηση για τα μεγάλα προβλήματα των νέων, την καθημερινότητα και τους φόβους, τις ανασφάλειες και τις συγκρούσεις που είχαν με τους μεγάλους, αλλά και τα πρότυπα που δεν υπάρχουν. Ένας ιατροδικαστής μας αφηγήθηκε την ιστορία ενός νέου, τα όνειρα και τις ανησυχίες, την ελπίδα της ψυχής του και την επανάσταση.
Ένα παιχνίδι του μυαλού που μας το μετέφεραν πολύ ωραία και μια κοπέλα –δημιούργημα της φαντασίας- απογοητευμένη από τη ζωή (Στεφανία Γουλιώτη) που μας καθήλωσε. Μπράβο!
Βέρα, Αριστείδης:
Στο έργο αυτό είδαμε την ενέργεια το πάθος και την αγωνία των εφήβων. Ο Μερντόκ, ένας ανήσυχος 17χρονος και η διάφανη Νορβέζ, οδηγούν τον ιατροδικαστή Μπουν σε ένα ταξίδι πίσω στη δική του εφηβεία και ξυπνούν τα ξεχασμένα όνειρά του. Ο ιατροδικαστής ανασύρει από το βυθό της μνήμης ανθρώπους και πράξεις που σημάδεψαν τη ζωή του και τον οδήγησαν σε αυτό που είναι σήμερα. Ο ανήσυχος Μερντόκ (Προμηθέας Αλειφερόπουλος), μας έκανε εντύπωση με το ταλέντο του και για λίγο νομίσαμε πώς όλα ήταν αληθινά. Η Νορβέζ (Στεφανία Γουλιώτη) ήταν υπέροχη. Μας μάγεψε η μοναδική φωνή της που ήταν τόσο μελωδική. Τη στιγμή που τραγουδούσε σε ταξίδευε σε γαληνή και ομορφιά.
Ο ιατροδικαστής Μπουν (Μανώλης Μαυροματάκης) με το ταλέντο του σε έκανε να ταξιδεύεις στο χθες και να ζεις το σήμερα.
Αν μπορούσαμε να φέρουμε πίσω το χρόνο πόσο διαφορετική θα κάναμε τη ζωή μας…
Η παράσταση
Το έργο "Οι διψασμένοι" του Καναδολιβανέζου Ουαζντί Μουαουάντ έβαλε πολλά θέματα για συζήτηση, θέματα που μας απασχολούν καθημερινά, όπως η δυσκολία των νέων να κατανοήσουν το κόσμο των ενηλίκων, η αντίδρασή τους που πολλές φορές εκφράζεται με βία, η απογοήτευση και ο μηδενισμός και απ' την άλλη πλευρά, η ανεπιτυχής, πολλές φορές, προσπάθεια των μεγάλων να προσεγγίσουν και να σταθούν πλάι στα παιδιά τους. Η ερμηνεία των τριών ηθοποιών, του Μανώλη Μαυροματάκη, του Προμηθέα Αλειφερόπουλου και της Στεφανίας Γουλιώτη, μας καθήλωσε. Χρωστάμε πολλά ευχαριστώ!
Απόψεις των εκπαιδευομένων μας
Οι εκπαιδευόμενοί μας καταθέτουν εδώ τις εντυπώσεις τους από την παράσταση.
Κώστας:
Ο χαρακτήρας που κέρδισε την προσοχή μου ήταν ο νεαρός που αντιπροσώπευε ένα κομμάτι της νεολαίας που είχε βαρεθεί την καθημερινότητα, περνούσε ο καιρός και δεν μπορούσε να βρει τίποτα ουσιώδες. Το μόνο που έβλεπε ήταν κάποιοι άνθρωποι να ασχολούνται με αηδίες σκοτώνοντας την καθημερινότητα τους χωρίς να νοιάζονται για τα προβλήματα των νέων που συχνά ξεχνούσαν ακόμα και την ύπαρξή τους. Καθόντουσαν ώρες ατελείωτες μπροστά από ένα χαζοκούτι χωρίς σκοπό, μολύνονται από την διαφθορά και μένουν άπραγοι. Δεν υπήρχε πια αθωότητα ούτε όνειρα με τα οποία μεγάλωσαν. Με το πέρασμα των χρόνων όλα αυτά τα οποία πίστευαν χάθηκαν και έτσι η ψυχή τους άρχισε να μαυρίζει. Αυτός ίσως είναι ένας παράγοντας που προκαλεί την οργή των νέων, αφού αλλά ονειρευόντουσαν και άλλα είδαν να γίνονται στην πραγματικότητα…
Tι άλλαξε; Tι μας επηρέασε; H απάντηση κρύβεται μέσα μας.
Γιώτα, Μαίρη:
Παρακολουθήσαμε μια συγκλονιστική αφήγηση για τα μεγάλα προβλήματα των νέων, την καθημερινότητα και τους φόβους, τις ανασφάλειες και τις συγκρούσεις που είχαν με τους μεγάλους, αλλά και τα πρότυπα που δεν υπάρχουν. Ένας ιατροδικαστής μας αφηγήθηκε την ιστορία ενός νέου, τα όνειρα και τις ανησυχίες, την ελπίδα της ψυχής του και την επανάσταση.
Ένα παιχνίδι του μυαλού που μας το μετέφεραν πολύ ωραία και μια κοπέλα –δημιούργημα της φαντασίας- απογοητευμένη από τη ζωή (Στεφανία Γουλιώτη) που μας καθήλωσε. Μπράβο!
Βέρα, Αριστείδης:
Στο έργο αυτό είδαμε την ενέργεια το πάθος και την αγωνία των εφήβων. Ο Μερντόκ, ένας ανήσυχος 17χρονος και η διάφανη Νορβέζ, οδηγούν τον ιατροδικαστή Μπουν σε ένα ταξίδι πίσω στη δική του εφηβεία και ξυπνούν τα ξεχασμένα όνειρά του. Ο ιατροδικαστής ανασύρει από το βυθό της μνήμης ανθρώπους και πράξεις που σημάδεψαν τη ζωή του και τον οδήγησαν σε αυτό που είναι σήμερα. Ο ανήσυχος Μερντόκ (Προμηθέας Αλειφερόπουλος), μας έκανε εντύπωση με το ταλέντο του και για λίγο νομίσαμε πώς όλα ήταν αληθινά. Η Νορβέζ (Στεφανία Γουλιώτη) ήταν υπέροχη. Μας μάγεψε η μοναδική φωνή της που ήταν τόσο μελωδική. Τη στιγμή που τραγουδούσε σε ταξίδευε σε γαληνή και ομορφιά.
Ο ιατροδικαστής Μπουν (Μανώλης Μαυροματάκης) με το ταλέντο του σε έκανε να ταξιδεύεις στο χθες και να ζεις το σήμερα.
Αν μπορούσαμε να φέρουμε πίσω το χρόνο πόσο διαφορετική θα κάναμε τη ζωή μας…
Φιλίτσα, Κατερίνα
Ο μικρός Μερτόκ δεν μπορούσε να δεχτεί την πραγματικότητα, γιατί ένιωθε ψυχολογική πίεση από το περιβάλλον του.
Ο χαρακτήρας του μας έδειξε ότι δεν υπήρχε ενδιαφέρον στη ζωή του. Δεν άντεχε το γεγονός ότι είναι πιο πολλά τα πρέπει και πιο λίγα τα θέλω και δεν μπορούσε να κατανοήσει στο εφηβικό μυαλό του το πόσο θα έπρεπε να είχε ωριμάσει.
Δεν θα έπρεπε να δώσει τέλος στη ζωή του. Είμαι αντίθετη σε αυτή του την επιλογή.
Στη ζωή πρέπει να παλεύουμε όσο το δυνατό για το καλύτερο και να μην απογοητευόμαστε.
Ο χαρακτήρας του μας έδειξε ότι δεν υπήρχε ενδιαφέρον στη ζωή του. Δεν άντεχε το γεγονός ότι είναι πιο πολλά τα πρέπει και πιο λίγα τα θέλω και δεν μπορούσε να κατανοήσει στο εφηβικό μυαλό του το πόσο θα έπρεπε να είχε ωριμάσει.
Δεν θα έπρεπε να δώσει τέλος στη ζωή του. Είμαι αντίθετη σε αυτή του την επιλογή.
Στη ζωή πρέπει να παλεύουμε όσο το δυνατό για το καλύτερο και να μην απογοητευόμαστε.
Συγχαρητήρια στους τρεις πρωταγωνιστές της παράστασης!
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια τη Στεφανία Γουλιώτη εχω να πω τα καλύτερα λόγια!
Το περσινό καλοκαίρι απόλαυσα τη νεαρή πρωταγωνίστρια στην Επίδαυρο στη παράσταση ''Ηλέκτρα''.
Στο ρόλο της Ηλέκτρας ήταν η Στεφανία.
Η ερμηνεία της νεαρής ηθοποιού ήταν μοναδική,εξαιρετική!!!!
Κρίμα όποιος δε πρόλαβε να τι δει...
Μπορεί να καταλάβει ένα παιδί στην εφηβεία τη διαφορά του «ψάχνομαι» με τη διαφορά του «χάνομαι» όταν βλέπει το έργο αυτό;
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην ομορφιά που με τόσο επιδέξιο τρόπο διαπραγματεύεται και την περνάει σαν κυρίαρχο ζητούμενο, πως μπορεί να την βρει ή να την καταλάβει ο οποιοσδήποτε μέσα από τόση οργή που βγάζει;
Όταν το κοινό που παρακολουθεί το έργο απαρτίζεται από έφηβους ποια τα μηνύματα που παίρνουν με εκφράσεις όπως «μαλακία το σχολείο», «χέστηκα για το μάθημα» ;
Μπορεί η γνώση και η σοφία εκατομμυρίων ανθρώπων που έζησαν πριν από αυτούς να είναι η δύναμη και η ομορφιά που τους χρειάζεται για να μπορούν να διαχειριστούν την ζωή τους ατομικά και μέσα στο σύνολο;
Ο συγγραφέας αποστασιοποιείται από θεσμούς και αξίες. Αποποιείται των ευθυνών που έχουμε όλοι μας από την στιγμή που ερχόμαστε σε αυτόν τον κόσμο. Θέλοντας να δείξει έναν αντισυμβατικό τρόπο ζωής φτιάχνει το πορτρέτο ενός οργισμένου νέου «παίζοντας» με το μυαλό του θεατή προβάλλοντας σα γενική εικόνα μια ουτοπία για το πώς μπορείς να ζεις. Το να μπορέσεις να πραγματοποιήσεις το όνειρό σου είναι σίγουρα μεγάλη επιτυχία, όταν όμως το όνειρο μένει απραγματοποίητο δεν σημαίνει ότι ακυρώνεσαι σαν άνθρωπος. Εξακολουθείς να υπάρχεις, να δημιουργείς, να συμβιώνεις και να συμπορεύεσαι με τους συνανθρώπους σου και αυτό είναι ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία γιατί προϋποθέτει μεγαλύτερο αγώνα, θέληση και επιμονή.
Η ευθύνη και το βάρος του εαυτού μας σε συνάρτηση με το φορτίο και τα αποτελέσματα των πράξεων μας είναι η πραγματικότητα. Είναι η αληθινή ζωή.
Η λέξη ζωή (στο δικό μου μυαλό) είναι συνώνυμο της ομορφιάς. Μιας ομορφιάς που προέρχεται από το ξεκίνημα, την πορεία και την εξέλιξη της Ζωής.
Μιας ζωής που μπορεί να έχει αγώνα, μόχθο, κούραση, απογοήτευση κάποιες φορές, αλλά μπορεί να σου προσφέρει και αφάνταστο πλούτο συναισθημάτων που θα σου δώσουν την συναισθηματική πληρότητα, την ολοκλήρωση, την ευχαρίστηση και το σκοπό για τον οποίο θέλεις να ζεις.
Ο στόχος για μένα είναι να μπορείς να μεταδώσεις σαν ενήλικας στους έφηβους την θετική πλευρά της ζωής, τονίζοντας το πλεονεκτήματα ξεπερνώντας τα προβλήματα (όχι αγνοώντας τα) αλλά δίνοντας τα σωστά ερεθίσματα και τα σωστά κίνητρα για να πλάσεις συναισθηματικά υγιείς νέους και όχι οργισμένα και συναισθηματικά ακρωτηριασμένα κορμιά.
Αγαπητέ/ή ανώνυμε/η,
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτο σχόλιο σου –για το οποίο και σ’ ευχαριστούμε θερμά- θα ήθελα να παρατηρήσω τα εξής:
Από πότε η τέχνη πρέπει να συμφωνεί με «θεσμούς» και «αξίες»; Διαχρονικά ο ρόλος της τέχνης δεν είναι να πηγαίνει τη σκέψη και την κοινωνική δράση πιο πέρα, να προκαλεί αντιδράσεις ή και να σοκάρει αν θέλεις; Αν η τέχνη έπρεπε να ακολουθήσει την πεπατημένη, τη νομιμότητα, τότε μάλλον θα ήταν ανούσια και βαρετή σαν θρησκευτική διδασκαλία.
Λες: «Ο στόχος για μένα είναι να μπορείς να μεταδώσεις σαν ενήλικας στους έφηβους την θετική πλευρά της ζωής…» Γιατί; Δεν έχει η ζωή αρνητική πλευρά; Αυτή τι την κάνει ο καλλιτέχνης, την κρύβει κάτω από το χαλί; Σε καιρούς δύσκολους πολιτικά επιλέγει τέτοια «τέχνη» με «σωστά ερεθίσματα» η εξουσία με ευνόητο στόχο να επιδείξει ένα λαό ευτυχισμένο και ευγνώμονα για την τύχη του και τα αφεντικά του.
Πώς γνωρίζεις τι μπορεί ή τι δεν μπορεί να καταλάβει «ένα παιδί στην εφηβεία»; Αλίμονο αν γνωρίζαμε τι μπορεί να καταλάβει –ούτε καν να προσεγγίσουμε μπορούμε- ένας έφηβος. Ο έφηβος που δεν αμφισβητεί, δεν απογοητεύεται και ενίοτε δεν συγκρούεται, είναι μάλλον ένας δυστυχισμένος έφηβος. Και –ειδικά- ο έφηβος μπορεί να καταλάβει την ομορφιά πολύ πιο εύκολα από τον ενήλικα, ακόμα και όταν αυτή κρύβεται πίσω από την οργή, τη θλίψη και τη σύγκρουση.
Αλήθεια, είσαι σίγουρος/η πως η προσήλωση στην «πραγματικότητα» όπως την ορίζεις εγγυάται ιδανική διαπαιδαγώγηση και καλό παράδειγμα στη νέα γενιά; Μπορώ να ανακαλέσω στη μνήμη μου χιλιάδες παραδείγματα υποδειγματικών γονιών με θρησκευτική προσήλωση σ’ αυτήν την πραγματικότητα που το αποτέλεσμα της πρακτικής τους μάλλον δεν δικαίωσε τα όνειρα τους.
Ειλικρινά, δεν μπορώ σε καμία περίπτωση να φανταστώ μια κοινωνία με στόχο την πρόοδο και την ευημερία, όπου η τέχνη λειτουργεί ως ηθικός διδάσκαλος. Ο καλλιτέχνης βρίζει, επιτίθεται, σκοτώνει γιατί έτσι γίνεται και στη ζωή και ακόμη χειρότερα. Για να διαχειριστούμε το καλό και το κακό πρέπει πρώτα να το κατανοήσουμε, ακόμα και αν σοκαριστούμε και ένας από τους τρόπους να το κάνουμε –και μάλλον ο πιο εύκολος και ευχάριστος- είναι η τέχνη, που σε καμιά περίπτωση δεν μας υποχρεώνει να φερθούμε αναλόγως. Αντιθέτως συνήθως παραδειγματίζει. Ο πόλεμος, η προδοσία, το έγκλημα σοκάρουν. Η ζωή όμως δεν είναι μόνο κωμωδία…
Ευχαριστούμε και πάλι,
Στ.
Παρακαλώ.Ευχαριστησή μου ειδικά τώρα που είχα και έναν συνομιλητή που εκφράζεται αβίαστα και δυναμικά και όχι τυπικά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ τέχνη οπωσδήποτε πρέπει να δρα ελεύθερη και να ξεπερνά τα όρια που θέτει μια «τυπική κοινωνία». Όμως και η τέχνη δεν είναι απεριόριστη. Εφ’ όσον ζει και αναπτύσσεται σ’ ένα πεπερασμένο- τοπικά και χρονικά- σύμπαν έχει ήδη όρια. Απευθύνεται σε ανθρώπους που έχουν οι ίδιοι τους θέσει όρια, κανόνες, θεσμούς, αξίες και μάλιστα τις περισσότερες φορές είναι πολύ δυστυχισμένοι για όλο αυτό το σύστημα που έχουν δημιουργήσει ή για ότι τους «τυχαίνει». Η τέχνη πρέπει να παίζει και το ρόλο του εξαγνιστή. Να παρηγορεί, να δίνει λύσεις, να απελευθερώνει, να «ξεφορτώνει» τον άνθρωπο. Σε καμιά περίπτωση η αυτοκτονία (όχι ο θάνατος)δεν είναι η λύση,για κανέναν άνθρωπο, αν και πολλές φορές νιώθει την ανάγκη να ξεχάσει, να ξεκουραστεί για πάντα. Επειδή τις περισσότερες φορές η τέχνη εκφράζεται από τον κόσμο των ενηλίκων που είναι ένας κόσμος γερασμένος, απογοητευμένος, αποθαρρυντικός και μηδενιστικός τα μηνύματα του είναι ανάλογα. Και δυστυχώς απευθύνονται σε νέους ανθρώπους θέλοντας να τους κατευθύνει εξ’ αιτίας του συνδρόμου της εξουσίας που των χαρακτηρίζει. Αντίθετα θα έπρεπε να αφήσει το προβάδισμα στους νέους ανθρώπους, να παραδειγματίζεται μάλλον από αυτούς και να μην στραγγαλίζει την ίδια την ζωή που είναι σε μορφή πηγής μέσα στους νέους και να προσφέρει βέβαια διακριτικά τη θετική του καθοδήγηση.
Θεωρώ ότι σχολιάσαμε αρκετά το συγκεκριμένο θέμα.Ευχαρίστως να συνομιλήσουμε ξανά και για κάποιο άλλο θέμα.
Αγλ.
Αγαπητή Αγλ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπό τις πρώτες γραμμές της απάντησής σου προκύπτει η βασική διαφωνία μας. Η δικιά μου πεποίθηση είναι πως η τέχνη δεν έχει όρια, γιατί αν έχει όρια τότε αρχίζει ένας επικίνδυνος φαύλος κύκλος για το ΠΟΙΟΣ βάζει αυτά τα όρια, ποιος ελέγχει την εφαρμογή τους και με ποια κριτήρια. Συνεπώς το ερώτημα των ορίων που μοιάζει με το άλλο μεγάλο ερώτημα για το τι είναι τελικά τέχνη και τι όχι, ερώτημα στο οποίο φιλόσοφοι, πολιτικοί επιστήμονες και καλλιτέχνες δεν έχουν δώσει μέχρι σήμερα πειστική απάντηση. Γι’ αυτό λοιπόν είναι προτιμότερη η τέχνη που ενίοτε προκαλεί ή και προσβάλλει ακόμα, από την τέχνη που ελέγχεται, περιορίζεται και εντέλει απαγορεύεται.
Συμφωνούμε πως η αυτοκτονία είναι παράλογη κατάληξη. Δεν προσφέρει τίποτα και δεν είναι λύση, αλλά το τέλος σε μια σειρά αδιέξοδα που πολλές φορές είναι νοητικές κατασκευές του αυτόχειρα που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαν να βρουν εύκολα απαντήσεις. Όμως είναι παράλογο να κατηγορείται ο καλλιτέχνης ή το καλλιτεχνικό έργο για τον τρόπο που ο θεατής θα επεξεργαστεί τα μηνύματα. Σ’ ένα φόνο δεν φταίει το όπλο, αλλά αυτός που πυροβόλησε ή για το ηλεκτρονικό έγκλημα δε φταίνε οι υπολογιστές αλλά οι χρήστες.
Η τέχνη δεν προέρχεται απαραίτητα από των κόσμο των μεγάλων. Και αν συμβαίνει αυτό και η δημιουργία είναι όπως λες γερασμένη και απογοητευμένη, τότε εκτιμώ πως πιθανότερο είναι οι νέοι να την αγνοήσουν επιδεικτικά, πόσο μάλλον να την αφήσουν να τους επηρεάσει. Και βεβαίως ο χώρος της τέχνης είναι ορθάνοιχτος για τους νέους που αρκετά συχνά παρουσιάζουν αξιοπρόσεκτα έργα, στη μουσική, στο χορό, τα οποία πολλές φορές επικρίνονται από τους ενήλικες, ειδικότερα όταν –όπως λες- «καθοδηγούν θετικά»
Φιλικά,
Στ.